Ο Άγιος Τρύφωνας




Ο Άγιος Τρύφωνας έχει καθιερωθεί ως ο Άγιος προστάτης των αμπελουργών, παρουσιάζεται μάλιστα στις νεώτερες αγιογραφίες να κρατά κλαδευτήρι. Οι αμπελουργοί της Bόρειας Ελλάδας τιμούν τον Άγιο με πλήθος εθιμικών πρακτικών και γιορτών, τις οποίες επιθυμούν να καταγράψουν οι Δρόμοι του Κρασιού.




Ο Άγιος Τρύφωνας
Την πρώτη Φεβρουαρίου τιμά η Εκκλησία μας τη μνήμη του Αγίου Τρύφωνα, που έχει καθιερωθεί στην εθιμική λατρεία ως ο προστάτης των αμπελουργών. Ο Άγιος παρουσιάζεται μάλιστα στις νεώτερες λαϊκές αγιογραφίες ως “νέος, αγένειος, σγουρομάλλης, κρατών κλαδευτήρι”, εργαλείο δηλαδή με το οποίο γίνεται η κύρια αμπελουργική εργασία της χρονικής αυτής περιόδου. Πουθενά στο Συναξάριό του δεν αναφέρονται επεισόδια από το βίο ή τα θαύματά του, που να συνδέουν τον Άγιο με το αμπέλι και το κρασί. Πώς συσχετίσθηκε λοιπόν ο Μεγαλομάρτυρας Τρύφωνας με την άμπελο και το μεθυστικό της προϊόν ;

Ο Άγιος Τρύφωνας γεννήθηκε στη Λάμψακο, παραλιακή πόλη της Φρυγίας, και μαρτύρησε το 249 μ.Χ., όταν αυτοκράτορας του Ρωμαϊκού κράτους ήταν ο Δέκιος, στη Νίκαια της φρυγικής Βιθυνίας. Η περιοχή ήταν ξακουστή για τους αμπελώνες της όπως και όλα τα παράλια της Προποντίδας. Εκεί βρίσκονταν πόλεις που φημίζονταν για την αφθονία των κρασιών τους: η Ραιδεστός, η Κύζικος και η περιοχή της Βιθυνίας με τα κρασιά της Τρίγλειας, της Κίου, της Νίκαιας. Ο Άγιος πολιούχος της Νίκαιας συνδέεται λοιπόν καταρχήν με την άμπελο και τον οίνο λόγω ...προέλευσης από περιοχή παραγωγής οίνων ποιότητος, αφού λίγες ήταν οι βυζαντινές επαρχίες, που μπορούσαν να καυχηθούν για τον οίνο τους τόσο όσο οι περιοχές της Προποντίδας.

Η θέση της γιορτής του στον ετήσιο κύκλο πρέπει να έπαιξε επίσης ρόλο στην καθιέρωση του Αγίου ως προστάτη των αμπελουργών. Παρόλο που το αμπέλι “κοιμάται”, γυμνό από τσαμπιά, άνθη, φύλλα και χλωρούς βλαστούς, ο Φεβρουάριος αποτελεί κρίσιμη καμπή στο βλαστικό του κύκλο. Είναι η χρονική περίοδος κατά την οποία αρχίζει παραδοσιακά η σημαντικότερη ίσως αμπελουργική φροντίδα, το κλάδεμα. Το κλάδεμα είναι τεχνική εργασία για την οποία οι αμπελουργοί δηλώνουν ότι χρειάζεται πείρα, μαστοριά και γνώση του συγκεκριμένου αμπελώνα. Κλαδεύοντας, ο αμπελουργός επεμβαίνει δυναμικά στο αμπέλι του και ρυθμίζει την ποσότητα άρα και την ποιότητα της παραγωγής του, ενώ καθορίζει αναπόφευκτα τη διάρκεια της ζωής αλλά και την υγιεινή κατάσταση των κλημάτων.

Πανάρχαιες αντιλήψεις για τη βλάστηση και τη γονιμότητα βρήκαν πιθανότατα στέγη στον εορτασμό του Μεγαλομάρτυρα Τρύφωνα, την πρώτη του Φεβρουαρίου. Οι γεωργοί και ειδικά οι αμπελουργοί προσπαθούσαν να εξασφαλίσουν την προστασία των θεϊκών δυνάμεων πριν αρχίσουν το κλάδεμα. Όταν επεκράτησε ο Χριστιανισμός και τα παλιά λατρευτικά στοιχεία απαγορεύτηκαν, εκείνα επιβίωσαν ...κουκουλωμένα κάτω από το μανδύα της νέας θρησκείας. Ο Άγιος, εξειδικευόμενος, επωμίσθηκε το ρόλο του προστάτη των αμπελουργών κατά κύριο λόγο. Δέχεται όλες τις ευχές, τις επικλήσεις και τις ιδιαίτερες φροντίδες με τις οποίες προσπαθούν να εξασφαλίσουν την ευετηρία, την καλή χρονιά, και να προστατέψουν το αμπέλι από τις λογής καταστροφές, που μπορεί να φέρει μια όψιμη παγωνιά, το χαλάζι, ο άνεμος, η δυνατή ή άκαιρη βροχή, κάποια ασθένεια.
Δε φαίνεται πάντως τυχαίο το γεγονός ότι και ο βασικός Γάλλος ομόλογος του Αγίου, ο saint Vincent, εορτάζεται στους γαλλικούς αμπελότοπους την ίδια χρονική περίοδο, στις 22 Ιανουαρίου.

Μυστήριο καλύπτει τις ακριβείς μετακινήσεις του Αγίου Τρύφωνα από τη Λάμψακο στην Ανατολική Θράκη και την Ανατολική Ρωμυλία. Το 1924 πάντως, όταν οι ιστορικές συνθήκες ανάγκασαν τους ελληνικούς πληθυσμούς της Ανατολικής Ρωμυλίας να αφήσουν κατάφυτες από αμπέλια περιοχές και να εγκατασταθούν στις καινούργιες πατρίδες τους, φέρνοντας μαζί τους αμπελοοινικές τεχνικές αλλά και τρόπους λατρείας, ο Άγιος Τρύφωνας ήταν ήδη καθιερωμένος ως Άγιος προστάτης των αμπελουργών στους χριστιανικούς πληθυσμούς της βαλκανικής χερσονήσου. Στις αμπελουργικές περιοχές της Μακεδονίας μάλιστα ήταν ιδιαίτερα γνωστός και σεβαστός, όπως μαρτυρά η προφορική παράδοση των ντόπιων κατοίκων της Γουμένισσας, της Νάουσας, του Αμυνταίου, οι τοιχογραφίες του Αγίου σε ιερούς ναούς που χτίστηκαν τον δέκατο ένατο αιώνα αλλά και το αρκετά συνηθισμένο ανδρικό βαφτιστικό όνομα Τρύφων. Η ένταση της λατρείας του Αγίου επηρεάζεται από την ύπαρξη αμπελώνων καθώς και τη σπουδαιότητά τους για την οικονομία της περιοχής. Συγκέντρωση λατρευτικών παραδόσεων και τήρηση των εθιμικών πρακτικών παρατηρείται στο βορειοελλαδικό χώρο και μάλιστα στις προσφυγικές κοινότητες με τόπο καταγωγής την Ανατολική Ρωμυλία.


Η λατρεία του Αγίου Τρύφωνα
Ο Άγιος Τρύφωνας λοιπόν, από τη Λάμψακο της Φρυγίας, καθιερώθηκε ως Άγιος προστάτης των αμπελουργών, κρατά κλαδευτήρι και έχει σημαντικές αποτρεπτικές δυνάμεις κατά των ποικίλων εχθρών που ενεργούν βλαπτικά στα αμπέλια, στα δενδροκηπευτικά και τους αγρούς : αντίξοες καιρικές συνθήκες, ασθένειες, έντομα, κάμπιες αλλά και ποντικοί υποχωρούν μπροστά του, εφόσον βέβαια του αποδοθούν οι προσήκουσες τιμές. Ονομαστικά αναφέρονται στον Εξορκισμό του Αγίου Μάρτυρος Τρύφωνος μεταξύ των ...“κακούργων θηρίων των αδικούντων την άμπελον, την χώραν τε και τον κήπον : Κάμπη, Σκώληξ, Σκωληκοκάμπη, Σκάνθαρος, Βρούχος, Ακρίς, Επίμαλος, Καλιγάρις, Μακρόπους, Μύρμηξ, Φθειρ, Ρυγίτης, Ψυλλίτης, Καυσοκόπος, Ερυσίβη, Κοχλοί, Ψαλίτης και ει τι άλλο προσφυσούν και μαραίνον τον καρπόν της σταφυλής και των λοιπών ειδών και λαχάνων”.

Η λαϊκή παράδοση συνδέει τον Άγιο με τα αμπέλια και τους αμπελουργούς μέσω ευρύτατα διαδεδομένης στο βαλκανικό χώρο αφήγησης. Σύμφωνα με μια παραλλαγή ο Άγιος Τρύφωνας κλάδευε το αμπέλι του αδιαφορώντας για τις αντίθετες υποδείξεις της Παναγίας και έκοψε τη μύτη του. Η φράση - κλειδί “κλαδεύω έτσι κι όχι έτσι, είπε κι έκοψε τη μύτη του” συνοδεύεται από χειρονομία χαρακτηριστική της τεχνικής του κλαδέματος, χωρίς την οποία ο ακροατής αδυνατεί να αντιληφθεί πώς ακριβώς ακρωτηριάσθηκε ο Άγιος. Με αυτήν την “τεχνολογική αφήγηση” εξηγείται η λατρευτική αποχή από την εργασία στ’ αμπέλια που τηρούν όλοι οι αμπελουργικοί πληθυσμοί. Την απαγόρευση εκφράζουν ρητά οι Στενημαχίτες : “Ας έρθ’ τ’ Αϊ Τρύφου η μέρα πρώτα, κι απέει πιάν’ς του σβανά στου χέρι σ’”. Η πρώτη του Φεβρουαρίου αποτελεί στη λαΪκή συνείδηση το θεσμοθετημένο χρονικό ορόσημο που σηματοδοτεί την αρχή του κλαδέματος και το οποίο ακολουθούν διαδοχικές αμπελουργικές φροντίδες. Είναι λοιπόν φυσικό να προσπαθούν οι αμπελουργοί να προστατέψουν με κάθε τρόπο το ευαίσθητο αμπέλι τους κατά την τόσο κρίσιμη αυτή χρονική στιγμή.

Κατεξοχήν αγροτική η γιορτή του Αγίου Τρύφωνα, χαράσσει κύκλο εορταστικό στο μακεδονικό αμπελώνα, στον οποίο συναντώνται διάφορες κατά τόπους λατρευτικές συνήθειες. Οπως προστάζουν τα έθιμά τους τιμούν τον Άγιο οι γηγενείς, οι ντόπιοι κάτοικοι στις αμπελουργικές περιοχές της Νάουσας, της Γουμένισσας, του Αμυνταίου καθώς και οι προσφυγικοί πληθυσμοί από την Ανατολική Ρωμυλία στη Γέφυρα (Σωζοπολίτες), στη Νέα Αγχίαλο (Αγχιαλίτες) στη Νέα Μεσήμβρια (από τη Μεσημβρία). Στην εκκλησία κάνουν αγιασμό και αρτοκλασία με κόλλυβο για το μνημόσυνο του Αγίου Τρύφωνα. Στο κόλλυβο μάλιστα που παρέθεταν οι Αγχιαλίτες “ζωγράφιζαν” παλαιότερα τον Άγιο και σταφύλια. Συνηθίζουν επίσης να διατηρούν από τον τρύγο σταφύλια, κρεμασμένα στα υπόγεια κελλάρια οινοποίησης ή στην κληματαριά. Το’ χουν σε καλό να αντέξουν τα σταφύλια αυτά ως την πρώτη Φεβρουαρίου, οπότε και τα πηγαίνουν στην εκκλησία για να διαβαστούν και να μοιραστούν στους πιστούς. Ολοι παίρνουν ρώγες που τις τρώνε “για υγεία” αφού φυλάξουν μερικές στο εικονοστάσι. Με τον αγιασμό αυτόν δεν ραντίζουν το σπίτι αλλά τους μπαχτσέδες, τις οπωρώνες και κυρίως τ’ αμπέλια τους. Επισκέπτονται λοιπόν τους αμπελώνες την πρώτη Φεβρουαρίου για να τους ραντίσουν με αγιασμό αλλά και για να προβούν, την ημέρα αυτή της λατρευτικής αποχής από την εργασία, σε τελετουργικό κλάδεμα τεσσάρων κλημάτων. Τα κλήματα αυτά τα διαλέγουν να’ναι ιδιαίτερα γερά, είτε βρίσκονται στις γωνίες του αμπελώνα είτε σχηματίζουν σταυρό στο αμπέλι. Πάνω σ’ αυτά θα ρίξουν κρασί ή αγιασμό, προσβλέποντας στην ευφορία, στην καλή παραγωγή, στην καλοχρονιά. Με την ευκαιρία, σε κάποιες περιοχές θα θάψουν κάτω απ τα κλήματα το κουλούρι του καλικάτζαρου αλλά και το κόκκινο αυγό της Μεγάλης Πέμπτης. Κάποτε πραγματοποιείται και ένα είδος στοιχειώδους μιμικού δρώμενου, που συνδέει τον Άγιο με την προσδοκώμενη αφθονία, τη γονιμότητα, την “ευκολία”, όπως λένε οι ίδιοι.
Για τους υπόλοιπους αμπελουργούς η μέρα θα τελειώσει πιθανότατα με μια γερή κρασοκατάνυξη, οικογενειακή ή μεταξύ συναδέλφων. Οι πρόσφυγες από τους αμπελότοπους της Στενημάχου στην Ανατολική Ρωμυλία όμως θα πραγματοποιήσουν την εντυπωσιακή τελετουργία του κουρμπανιού, αιματηρής θυσίας προς τιμήν του Αγίου Τρύφωνα, που έφεραν με τις λιγοστές αποσκευές τους και τη μεταφύτεψαν στις νέες πατρίδες τους.

Πράγματι, η αμπελουργική Στενήμαχος είναι η μόνη περιοχή στην οποία αναφέρονται αιματηρές προσφορές για τον άγιο Τρύφωνα. Η τέλεση αιματηρής θυσίας στο πλαίσιο του εορτασμού του αγροτικού Αγίου και με επιδιωκόμενο αντάλλαγμα μια καλή χρονιά για τα αμπέλια εξηγείται από τη θρακική προέλευση του εθίμου και των φορέων του. Τα κουρμπάνια ήταν συνηθισμένες τελετουργίες στο θρακικό χώρο και προσφέρονταν στο θείο από ιδιώτες και κοινότητες σε διάφορες περιστάσεις και με ποικίλες επιδιώξεις. Στη Στενήμαχο λοιπόν, ανθηρή ελληνική πόλη πριν το 1924, χτισμένη 20 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Φιλιππούπολης στους πρόποδες της Ροδόπης, οι αμπελουργοί κάτοικοι γιόρταζαν κάθε χρόνο τη μνήμη του Αγίου προστάτη τους κάνοντας κουρμπάνι, δημοτελή θυσία μόσχου. Την παραμονή της γιορτής, μετά την εορταστική περιφορά του στεφανωμένου με κληματίδες ζώου, το θυσίαζαν στο προαύλιο του παρεκκλησιού. Ανήμερα του Αγίου το διαβασμένο από τον παπά κρέας έβραζε με το ζωμό του σε καζάνια κι αφού το ευλογούσε και πάλι ο παπάς γινόταν η διανομή και κοινό γεύμα. Ακολουθούσε αγώνας πάλης με συμμετοχές Ελλήνων, Τούρκων και Βουλγάρων παλαιστών καθώς και γλέντι με οινοποσία. Στην εκδήλωση συμμετείχαν όλοι οι έλληνες αμπελουργοί από τη Στενήμαχο αλλά και τις γειτονικές κωμοπόλεις Ανω Βοδενά και Κούκλαινα. Το κουρμπάνι αποτελεί μάλιστα μια από τις εντονότερες αναμνήσεις των γερόντων πληροφορητών που ζουν σήμερα σε κοινότητες του μακεδονικού αμπελώνα, “κρατούν το έθιμο” και δεν ξεχνούν τη χαμένη πια πατρίδα.
Εγκατεστημένοι στη Γουμένισσα του νομού Κιλκίς (από το Άνω Βοδενό), στη Στενήμαχο Ημαθίας (από τη Στενήμαχο) και στον Τρίλοφο Ημαθίας (από την Κούκλαινα) συνεχίζουν να καλλιεργούν αμπέλια, να φτιάχνουν κρασί, να τιμούν τον άγιο Τρύφωνα με το ετήσιο κουρμπάνι του, να θυμούνται αυτά που άφησαν και καμιά φορά να τραγουδούν “Κάθε στιγμή που φεύγει δε θα γυρίσει πια και τα καλά του κόσμου βρίσκονται ς τα βουτσιά”, στους κάδους δηλαδή της οινοποίησης...


Γουμένισσα
Στη γραφική κωμόπολη ζουν σήμερα 4500 κάτοικοι, ντόπιοι, γύφτοι που είναι κατά παράδοση λαϊκοί οργανοπαίκτες, πρόσφυγες από τον Πόντο και πρόσφυγες από το Άνω Βοδενό της Στενημάχου.
Η μνήμη του Αγίου Τρύφωνα γιορτάζεται με εξαιρετική λαμπρότητα. Παράλληλα με τις διάφορες άλλες εθιμικές πρακτικές (αγιασμοί και τελετουργικά κλαδέματα αμπελώνων, διατήρηση σταφυλιών από τον τρύγο και διανομή τους), ο Σύλλογος των προσφύγων από το Άνω Βοδενό της Στενημάχου διοργανώνει το κουρμπάνι προς τιμήν του Αγίου. Νωρίς το πρωί της πρώτης Φεβρουαρίου το ζώο, μοσχάρι, πάντα αρσενικό, αγορασμένο με έρανο, οδηγείται με πομπή και συνοδεία οργάνων στο παρεκκλήσι του Αγίου Τρύφωνα όπου θυσιάζεται και βράζεται σε μεγάλα χάλκινα καζάνια. Εν τω μεταξύ γίνεται λειτουργία και αγιασμός. Ο παπάς διαβάζει το βρασμένο κρέας, που διανέμεται “για το καλό” σε πιστούς και περίεργους μαζί με ζωμό. Τα χορευτικά συγκροτήματα της περιοχής και οι συμμετέχοντες γλεντούν με τοπική μουσική και άφθονο κόκκινο κρασί και τσίπουρο. Στην κάποτε κλειστή γιορτή των προσφύγων από την Ανατολική Ρωμυλία συμμετέχουν σήμερα όλοι οι κάτοικοι της Γουμένισσας και της περιοχής της. Ο καθαρά αμπελουργικός χαρακτήρας του τόπου, η έντονη δραστηριοποίηση του Συλλόγου που διατρανώνει κάθε χρόνο την ιδιαιτερότητά του αλλά και την ενότητά του με τους υπόλοιπους κατοίκους, δίνουν στο κουρμπάνι του Αγίου Τρύφωνα τον τόσο γενικευμένο, καθολικά αποδεκτό χαρακτήρα του. Η γιορτή του Αγίου Τρύφωνα στη Γουμένισσα διατηρεί ζωντανά πολλά παραδοσιακά στοιχεία. Όσοι αντέξουν να ακολουθήσουν μετά το γλέντι κάποιον γέρο αμπελουργό, θα τον δουν να ραντίζει με αγιασμό το αμπέλι του, να κλαδεύει τελετουργικά τέσσερα κλήματα και να παραχώνει στη γη τα κόκκαλα και άλλα υπολείμματα του κουρμπανιού. Η γιορτή σημαίνει για κείνον μια ετήσια ανανεούμενη συμφωνία με τον προστάτη των αμπελιών άγιο Τρύφωνα.



Στενήμαχος Ημαθίας
Οι περισσότεροι από 1000 κατοίκους κατάγονται από τη Στενήμαχο της Ανατολικής Ρωμυλίας και εγκαταστάθηκαν στο παλιό Χωροπάνι με την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1925. Οι υπόλοιποι είναι Σαρακατσάνοι καθώς και και ελάχιστοι Βλάχοι. Σε γραφικό λόφο λίγο έξω από την αμπελουργική κοινότητα γιορτάζεται η μνήμη του Αγίου Τρύφωνα με τρόπο που μεταφέρθηκε από τη Στενήμαχο. Το μοσχαρίσιο κρέας που έχει αγοραστεί και βράσει την προηγουμένη καθώς και σταφύλια διατηρημένα από τον τρύγο διαβάζονται από τον παπά μετά τη λειτουργία.. Το ευλογημένο κρέας, κρύο, καθώς και σταφύλια, προσφέρονται στους εκκλησιαζόμενους, οι οποίοι παίρνουν επίσης αγιασμό για να ραντίσουν τ’ αμπέλια και τα οπωροκηπευτικά (μήλα, ροδάκινα, κεράσια). Στον περίβολο της εκκλησίας δημοπρατούνται από την εκκλησιαστική επιτροπή ψητά κοτόπουλα και ζωντανά αμνοερίφια. Διανέμονται “γιαπράκια”, ντολμάδες τυλιγμένοι με λάχανο τουρσί, και Στενημαχιώτικα λουκάνικα που ψήνονται επί τόπου. Χορεύει το τοπικό συγκρότημα και το γλέντι γενικεύεται, καθώς προσφέρεται άφθονο κόκκινο κρασί για να ζεστάνει τους τολμηρούς που αψηφούν τη χειμωνιάτικη παγωνιά.



Τρίλοφος Ημαθίας
Ο Τρίλοφος, Διαβόρνιτσα παλιά και Νέα Κούκλαινα αργότερα, γεωργικό χωριό της αμπελουργικής ζώνης της Νάουσας, έχει 800 κατοίκους. Είναι ντόπιοι και λίγοι Βλάχοι, η μεγάλη όμως πλειοψηφία κατάγεται από την Κούκλαινα της Ανατολικής Ρωμυλίας, κωμόπολη που βρίσκεται κι αυτή κοντά στη Στενήμαχο και το Άνω Βοδενό.
Οι Ανατολικορωμυλιώτες κρατούν το έθιμο και κάνουν κάθε χρόνο κουρμπάνι στο παρεκκλήσι του Αγίου Τρύφωνα, που βρίσκεται σε λόφο τριγυρισμένο με αμπέλια. Την παραμονή το βράδυ οι πρωτεργάτες του εθίμου συγκεντρώνονται, σφάζουν πρόβατα και κριάρια και τα προετοιμάζουν. Την επομένη, ανήμερα του Αγίου, όλα είναι έτοιμα από νωρίς : ξημερώματα ανάβουν οι φωτιές κάτω απ’ τα καζάνια. Έτσι, μετά τη λειτουργία που πραγματοποιείται στην κεντρική εκκλησία του χωριού, τον Αϊ Δημήτρη, όλοι οι κάτοικοι αλλά κι οι ξένοι παρευρισκόμενοι ανηφορίζουν στο παρεκκλήσι για τον αγιασμό και το κουρμπάνι. Μερικοί φέρνουν σταφύλια να διαβαστούν και να μοιραστούν Για το καλό παίρνουν λίγο ψαχνό από το ευλογημένο κρέας. Όσοι θέλουν μπορούν να πάρουν και ζωμό για τους παππούδες που περιμένουν στο σπίτι. Εν τω μεταξύ, τα μπούτια από τ’ αρνιά και τα γίδια, κοτόπουλα και κοκορέτσια, ψήνονται σε υπαίθριες ψησταριές γεμίζοντας γαργαλιστικές μυρωδιές το χειμωνιάτικο τοπίο και δημοπρατούνται στη συνέχεια υπέρ της εκκλησίας. Η γιορτή κορυφώνεται με μουσική, χορό και βέβαια άφθονο μπρούσκο Ναουσαίικο κρασί.



Γέφυρα νομού Θεσσαλονίκης
Το Τοψίν έχει 2500 κατοίκους, 500 γηγενείς και 2000 πρόσφυγες από τις Μέτρες της Ανατολικής Θράκης και τη Σωζόπολη της Ανατολικής Ρωμυλίας. Από αυτούς, αμπελουργοί ήταν οι Σωζουπολίτες, οι οποίοι είχαν ήδη ιδρύσει το 1856 Σωματείο που διοργάνωνε τη γιορτή του Αγίου Τρύφωνα. Η γιορτή του Αγίου στη Σωζόπολη είχε κυρίως θρησκευτικό χαρακτήρα. Οι αμπελουργικές οικογένειες πήγαιναν στην εκκλησία σταφύλια διατηρημένα από τον τρύγο σε άμμο και αλεύρι. Τα σταφύλια αυτά καθώς και κόλλυβο διαβάζονταν κατά τη λειτουργία. Μετά την απόλυση πήγαιναν όλοι στην αίθουσα του Σωματείου όπου γινόταν διανομή των ευλογημένων σταφυλιών και του κόλλυβου και προσεφέρετο κρασί. Ετσι άρχιζε γλέντι τρικούβερτο που κρατούσε ως το πρωί και ο “αη Τρύφους” έδειχνε και τ’ άλλο, το... Διονυσιακό του πρόσωπο.
Μόλις εγκαταστάθηκαν στη Γέφυρα, το 1926, οι Σωζουπολίτες ίδρυσαν τον Αμπελουργικό Πιστωτικό Συνεταιρισμό Γέφυρας “Η Σωζούπολη”. Παρόλο που δεν είχαν ακόμη καλά καλά φυτέψει τα αμπέλια τους, άρχισαν να γιορτάζουν τον άγιο Τρύφωνα. Μετά τη λειτουργία συγκεντρώνονταν σε ένα κέντρο και γλεντούσαν. Ούτε λόγος βέβαια για δουλειά στ’ αμπέλια τη μέρα εκείνη. Σήμερα, παρόλο που η Γέφυρα έχει ελάχιστα αμπέλια, η μνήμη του Αγίου Τρύφωνα συνεχίζει να τιμάται με πίστη στην παράδοση. Την παραμονή τελούνται τα “προεόρτια”: κομπανία με παραδοσιακά όργανα γυρίζει το χωριό, διατίθεται κρασί και δημιουργείται αυθόρμητο γλέντι. Ανήμερα του Αγίου γίνεται λειτουργία στην Παναγία τη Ρευματοκρατούσα και διαβάζεται κόλλυβο και σταφύλια, τα οποία διανέμονται πριν γίνει περιφορά της εικόνας του Αγίου. Στη συνέχεια μοιράζεται αγορασμένο βραστό μοσχαρίσιο κρέας. Το γλέντι με κρασί και χορό στην πλατεία της Άνω Γέφυρας κρατά έως αργά.



Νέα Αγχίαλος νομού Θεσσαλονίκης
Η Νέα Αγχίαλος, το παλιό Ιγκλις, έχει 850 κατοίκους, που κατάγονται όλοι από την Ανατολική Ρωμυλία και συγκεκριμένα από την αμπελουργική Αγχίαλο στα παράλια του Εύξεινου Πόντου. Ελάχιστοι κατάγονται από τον Πύργο και τη Σωζόπολη. Ήταν παραδοσιακά αμπελουργοί και συνεχίζουν να καλλιεργούν αμπέλια και να φτιάχνουν κρασί και τσίπουρο. Αναμενόμενο επομένως είναι να τιμάται η μνήμη του Αγίου Τρύφωνα, την πρώτη Φεβρουαρίου. Άγιος Τρύφωνας εξάλλου ήταν το πρώτο εκκλησάκι που έχτισαν μόλις εγκαταστάθηκαν στο χωριό το 1924-25. Παραδοσιακά οι γυναίκες ετοιμάζουν από το προηγούμενο βράδυ κόλλυβο. Ανήμερα του Αγίου μαζεύονται στο παρεκκλήσι, γίνεται Μεγάλος Αγιασμός και διαβάζεται το κόλλυβο. Ύστερα, μαζεύονται σε ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα δίπλα στην εκκλησία, τους κερνάει η Επιτροπή και γίνεται αυθόρμητο γλέντι με κρασί -βέβαια- και μεζεδάκια. Παλιά συνήθιζαν να προσφέρουν για το γλέντι αυτό κάτι φαγώσιμο. Σήμερα η συνήθεια αυτή έχει μάλλον ατονίσει, αφού η Επιτροπή αναλαμβάνει να προμηθεύσει τα χρειαζούμενα. Την ίδια μέρα, οι αμπελουργοί θα ρίξουν αγιασμό στ’ αμπέλια τους, “για το καλό, για να’ χουν καλή σοδειά, για να τα προστατεύει ο Άγιος”.



Νέα Μεσήμβρια νομού Θεσσαλονίκης
Η Νέα Μεσήμβρια, το παλιό Μπουλγκαρίεβο, έχει 2500??? κατοίκους που κατάγονται οι περισσότεροι από τη Μεσημβρία της Ανατολικής Ρωμυλίας (61%). Οι υπόλοιποι είναι ντόπιοι, Πόντιοι και Θρακιώτες. Όταν εγκαταστάθηκαν στην Αγχίαλο πήραν αμπελουργικό κλήρο και φύτεψαν πολλά στρέμματα αμπέλια. Γιορτάζουν λοιπόν τον προστάτη των αμπελουργών αφενός για να κρατήσουν το έθιμο που έφεραν από τ’ αμπέλια της “ελληνικής Μεσημβρίας”, από όπου μάλιστα εξαγόταν πολύ καλό κρασί, και αφετέρου για να εξασφαλίσουν εκ νέου τη συνδρομή του Αγίου στη σοδειά. Φτιάχνουν κόλλυβο που ευλογείται όπως και ο αγιασμός. Στη συνέχεια γίνεται κανονικό μνημόσυνο για τον Άγιο στο Πολιτιστικό Κέντρο με κονιάκ, καραμέλες και μπισκότα. Ο Αγροτικός Συνεταιρισμός δεξιώνεται κατόπιν την αμπελουργική κοινότητα σε ταβέρνα του χωριού με γλέντι και κρασί. Όσοι έχουν κι άλλες δυνάμεις μπορούν να συμμετέχουν σε χορό το βράδυ.
 

Το κείμενο έγραψε η κα Ζέτα Παπαγεωργοπούλου, η οποία ασχολήθηκε με το θέμα για λογαριασμό του Ιδρύματος Φανή Μπουτάρη.

 

ΤΡΙΩΔΙΟ - ΑΠΟΚΡΙΕΣ


Τριώδιο είναι το βιβλίο της Εκκλησιαστικής Ακολουθίας των ύμνων που ψάλλονται από την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου, μέχρι και του Μ. Σαββάτου. 
Με την εμφάνιση και τον βαθμιαίο καταρτισμό του σαρανταήμερου της νηστείας προ του Πάσχα, ακολούθησε και η ανάγκη της δημιουργίας σχετικής ασματικής ποίησης και της συλλογής της σε ένα βιβλίο. 
Έτσι δημιουργήθηκε το εκκλησιαστικό βιβλίο Τριώδιο, το οποίο αρχικά περιείχε τρεις ωδές. 
Περιλαμβάνει ιερά ποιήματα από τον 5ο ως τον 15ο αιώνα. 
Το πρώτο έντυπο του Τριωδίου εξεδόθη στην ελληνική γλώσσα το 1522 μ.Χ.
Ονομάζεται Τριώδιο. Η λέξη προέρχεται από το «τρεις ωδές» που σημαίνει  οι τρεις ύμνοι που συνηθίζουμε να λέγε στην εκκλησία. 
Ξεκινά την πρώτη Κυριακή, που αναφέρεται στο Ευαγγέλιο του  «Τελώνη και Φαρισαίου». 
Τη δεύτερη Κυριακή, που αναφέρεται στο Ευαγγέλιο του «Ασώτου Υιού». 
Η τρίτη είναι της «Απόκρεω».
Η τελευταία Κυριακή της αποκριάς είναι η «Τυρινή» (τυροφάγου). 
Το τέλος της αποκριάς είναι την αυγή της επόμενης μέρας: 
η πρώτη μέρα της Σαρακοστής, που ονομάζεται Καθαρά ∆ευτέρα.

 

Η λέξη αποκριά γενικά δηλώνει ολόκληρο το χρονικό διάστημα των τριών εβδομάδων του Τριωδίου, πριν αρχίσει η περίοδος νηστείας που οδηγεί στη Μεγάλη Εβδομάδα και το Πάσχα.
Όταν λέμε "ανοίγει το τριώδιο", εννοούμε ότι αρχίζουν οι αποκριές.
Η πρώτη εβδομάδα του Τριωδίου λέγεται και Προφωνή ή Προφωνέσιμη, επειδή παλιά προφωνούσαν, δηλαδή διαλαλούσαν ότι άρχιζαν οι αποκριές. Η εβδομάδα αυτή λέγεται και αμόλυτη ή απόλυτη, επειδή τότε οι ψυχές των πεθαμένων βγαίνουν στον Πάνω Κόσμο.

Η πρώτη εβδομάδα τελειώνει την Κυριακή του Ασώτου. 
Η δεύτερη εβδομάδα λέγεται Κρεατινή ή της Κρεοφάγου ή Ολόκριγια, επειδή έτρωγαν κρέας και δεν νηστεύουν Τετάρτη και Παρασκευή.
 Η εβδομάδα αυτή γιορτάζεται με γλέντια και φαγοπότια χωρίς κανένα θρησκευτικό περιορισμό. Η Κυριακή της εβδομάδας αυτής, η Κυριακή της Απόκρεω, ονομάστηκε έτσι γιατί ήταν η τελευταία μέρα της κρεοφαγίας (από + κρέας) όλης της περιόδου του Τριωδίου. 
Η τρίτη εβδομάδα λέγεται Τυρινή ή της Τυροφάγου, επειδή έτρωγαν γαλακτοκομικά προϊόντα. Από τη Δευτέρα, μια εβδομάδα πριν την Καθαρή Δευτέρα, άρχιζε η αποχή από το κρέας και επιβαλλόταν η χρήση τυριού και γαλακτερών σαν ενδιάμεση άσκηση μεταξύ κρεοφαγίας και νηστείας. 
Από την Καθαρή Δευτέρα, αμέσως μετά την Κυριακή της Τυρινής, όλοι οι κανονισμοί της νηστείας επανέρχονται σε ισχύ. Ωστόσο η ελεύθερη χρήση του κρασιού μετατρέπει αυτή τη Δευτέρα σε αποκορύφωμα της αποκριάς. 
Από την προτελευταία Κυριακή, την Κυριακή της Απόκρεω, πήρε την ονομασία της ολόκληρη η περίοδος των τριών εβδομάδων (από Τελώνου και Φαρισαίου μέχρι Τυροφάγου) πριν από την Καθαρή Δευτέρα, πρώτη μέρα της Σαρακοστής. 
Όλη αυτή η περίοδος ονομάζεται λαϊκά και χωρίς μεγάλη συνέπεια "αποκριά" ή "αποκριές" ή "απόκριες", δηλαδή μέρες αποχής από το κρέας, σε αντίθεση με τη "Σαρακοστή", δηλαδή τις σαράντα μέρες νηστείας.


Αποκριά: ετυμολογία, διάρκεια, προέλευση

Αποκριά ετυμολογικά σημαίνει μακριά από το κρέας (εκκλησιαστικά). 
Είναι η περίοδος προετοιμασίας του ανθρώπου,ψυχικής,σωματικής, για να βιώσει το Θείο Πάθος και την ανάσταση του Σωτήρα Χριστού.
H αποκριά διαρκεί τρεις εβδομάδες και ξεκινάει 60 μέρες πριν το Πάσχα. 

Αποκριά (λαογραφικά)

Η περίοδος αυτή συνδυάζεται με το έθιμο του «Καρνάβαλου» που είναι η θεότητα της Αποκριάς. Είναι έθιμο του γλεντιού, της ψυχαγωγίας, του «μασκαρέματος».


Προέλευση αποκριάς

Η ελληνική αποκριά έχει τις ρίζες της στην αρχαία Ελλάδα. 
Συνδέεται µε την λατρεία του Διονύσου, θεού του κρασιού και των εορτασμών. 
Ετυμολογία της λέξης: καρναβάλι
Η λέξη καρναβάλι ετυμολογικά προήλθε από τις λατινικές λέξεις: 

κάρνε (κρέας) και λεβάρε (αίρω, σηκώνω): 
carnem levare που σημαίνει διακοπή της βρώσης κρέατος.
Στα ελληνικά η λέξη αποκριά σημαίνει  αποχή από το κρέας, παύση της κρεοφαγίας.
Η ετυμολογία από το carrus navalis= αμαξίδιο ναυτικό, καρότσι ναυτικό, λόγω του ιερού πλοίου του Διόνυσου, θεωρείται αβάσιμη από τους Έλληνες λαογράφους. Εκδοχές για την προέλευση του Καρναβαλιού:
Προέρχεται από τις παγανιστικές τελετουργίες των αρχαίων Ελλήνων και τις γιορτές προς τιμή του ∆ιονύσου, θεού του κρασιού και της ευθυμίας.
Από τα Σατουρνάλια ή τα Λουπερκάλια των Ρωμαίων. 
Από την μεταφορά των Καλανδώντων Ρωμαίων από την αρχή του έτους στην αρχή της Άνοιξης. 
Από τη συγχώνευση εθίμων που υφίστανται από την αρχαιότητα και έχουν σχέση με την αναγέννηση της φύσης.
Γιορτάζονταν και βιώνονταν δυναμικά από το λαό μας. Οι άνθρωποι μεταμφιέζονταν σε σατύρους ή φορούσαν μάσκες και ξεχύνονταν στους δρόμους και στις γειτονιές με τολμηρές φράσεις και πράξεις.
Η παράδοση του καρναβαλιού εξαπλώθηκε και σε άλλα μέρη του κόσμου μέσω της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και την ανακάλυψη του Νέου Κόσμου. 
Οι παγανιστικές πρακτικές ήταν τόσο βαθιά ριζωμένες που δεν καταργήθηκαν τελείως . Όταν εμφανίστηκε ο χριστιανισμός, αν και οι άνθρωποι σταμάτησαν να λατρεύουν τους θεούς του Ολύμπου, οι συνήθειες των Ελλήνων να μεταμφιέζονται και να γιορτάζουν στους δρόμους παρέμειναν.

Σε όλες σχεδόν τις περιοχές της πατρίδας μας γιορτάζονταν οι Αποκριές με τον ίδιο τρόπο, με μικρές διαφορές ή παραλλαγές από περιοχή σε περιοχή,

Ψυχοσάββατα Αποκριών

Τα Σάββατα της δεύτερης και τρίτης εβδομάδας του τριωδίου, καθώς και το Σάββατο της πρώτης εβδομάδας της Σαρακοστής τα Ψυχοσάββατα, γίνονται οι συνηθισμένες προσφορές κολλύβων για τους νεκρούς, προσφέρονται επίσης πρόσφορα και ψυχούδια (μικρά αρτίδια). 

Τα Ψυχοσάββατα δεν λούζονταν, ούτε σκούπιζαν για να μην ενοχλούν τους νεκρούς.
Συνύπαρξη ζωής και θανάτου 
Σύμφωνα με τις παγανιστικές αντιλήψεις οι ψυχές των νεκρών έπρεπε να εξευμενισθούν, για να δώσουν καρπό στη γη  και να επιτρέψουν το ξεφάντωμα στους ζωντανούς.
Στις αρχές περίπου του Μάρτη, που εμείς οι σημερινοί Έλληνες γιορτάζουμε τις Αποκριές, οι αρχαίοι Έλληνες γιόρταζαν τα Ανθεστήρια, τα οποία είχαν διπλό περιεχόμενο. 
Τα Ανθεστήρια ήταν η γιορτή των λουλουδιών, του κρασιού και του γλεντιού αλλά και ηγιορτή των νεκρών και των ψυχών. 
Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν, ότι τη δεύτερη ημέρα των Ανθεστηρίων κατά τους λεγόμενους Χοές, άνοιγαν οι πόρτες του Άδη και οι νεκροί ανέβαιναν στον Απάνω Κόσμο, για να ξαναεπιστρέψουν την τρίτη ημέρα κατά τους Χύτρους. 
Σ' αυτό το διάστημα της παραμονής των νεκρών ανάμεσα στους ζωντανούς, οι τελευταίοι έκαναν στους νεκρούς πολλές τιμές και τους τάιζαν με πανσπερμία δηλαδή ένα παρασκεύασμα από σπόρους δημητριακών και οσπρίων, κάτι σαν τα κόλλυβα. 
(Ακόμα και σήμερα μια Κυριακή του Φθινοπώρου, της Μισοσπορίτισας, κάνουν παρόμοιο κατασκεύασμα με ανακατεμένους σπόρους και τους πάνε στην εκκλησία για ευλογήσουν την νέα σπορά).
Παρόμοια γιορτή των ψυχών βρίσκουμε και στους Πέρσες, στους Πρώσους και στους υπόλοιπους Ινδογερμανούς.
Η ημέρα των ψυχών και η πιθανή σύνδεσή της με την γιορτή των λουλουδιών και της άνοιξης είναι πολύ παλιά. 
Ίσως Ινδογερμανική κληρονομιά - και ο Διόνυσος αργότερα μόνον, σαν Θεός της άνοιξης, συνδέθηκε με την γιορτή των νεκρών.

Τσικνοπέμπτη

Η Τσικνοπέμπτη είναι μια ετήσια τελετή, της οποίας η αρχή χάνεται μέσα στους αιώνες. Η ημέρα που τρώγεται κρέας.

Η λέξη Τσικνοπέμπτη προέρχεται από τις λέξεις "τσίκνα" (η μυρωδιά του καμένου ψημένου κρέατος) και "Πέμπτη".
Η Τσικνοπέμπτη βρίσκεται στο μέσο των 3 εβδομάδων του εορτασμού του καρναβαλιού. Πρόκειται για τη Πέμπτη της 2ης εβδομάδας, της Κρεατινής.
Γιορτάζεται την Πέμπτη που είναι 11 ημέρες πριν την Καθαρά ∆ευτέρα. Είναι ημέρα χαράς αλλά και προετοιμασίας για τους Ελληνορθόδοξους χριστιανούς, καθώς η σαρανταήμερη περίοδος της Σαρακοστής πριν το Πάσχα πλησιάζει. Την μέρα αυτή επιβάλλεται από το έθιμο το ψήσιμο κρέατος στα κάρβουνα. 

Καθαρά Δευτέρα (Έθιμα Αποκριάς)

Η Καθαρά Δευτέρα είναι το τέλος των Απόκρεω και η πρώτη μέρα της Σαρακοστής.
Η λέξη Καθαρή εκκλησιαστικά σημαίνει το ξεκίνημα της κάθαρσης των Χριστιανών που αρχίζει με νηστεία.
Από την Καθαρά Δευτέρα ξεκινάει η νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.


Απαραίτητα στοιχεία της αποκριάς θεωρούνται τα κούλουμα και ο χαρταετός.
Ο εορτασμός του καρναβαλιού κλείνει με τα κούλουμα και το πέταγμα του χαρταετού. 
Με τον όρο κούλουμα, εννοούμε τη μαζική έξοδο του κόσμου στην ύπαιθρο και τον εορτασμό της Καθαράς Δευτέρας έξω στην φύση. 
Τα κούλουμα είναι γνωστά και σαν κούλουμπα, κούμουλες, κουμουλάθες ή κούμουλα.
Είναι ένα παραδοσιακό λαϊκό πανηγύρι
Σύμφωνα με τον πατέρα της ελληνικής λαογραφίας Νικόλαο Πολίτη η προέλευση της λέξης είναι λατινική, από το cumulus που εκτός από την σημασία του σωρού, 
σημαίνει και την αφθονία, το περίσσευμα, το πέρας, αλλά και τον επίλογο. 
Η γιορτή της Καθαράς Δευτέρας θεωρείται ο επίλογος των βακχικών εορτών της αποκριάς, οι οποίες ουσιαστικά αρχίζουν την Τσικνοπέμπτη και τελειώνουν την Καθαρά Δευτέρα. 
Σε ορισμένες περιοχές της Ελλάδος την Καθαρά Δευτέρα καθαρίζουν ό,τι απόμεινε από τα μη νηστίσιμα φαγητά της αποκριάς, διότι και τέτοιου είδους λιχουδιές γεύονται μερικοί, αντί για λαγάνες, χαλβά, ελιές και πίκλες που προτιμούν οι πιο πολλοί, σαν αποτοξίνωση από τα πλούσια φαγοπότια της αποκριάς. 
Σε άλλα μέρη της Ελλάδας, όπως π.χ. στην Ήπειρο, οι νοικοκυρές καθαρίζουν τις κατσαρόλες και όλα τα χάλκινα σκεύη από τα λίπη της αποκριάς με ζεστό σταχτόνερο μέχρι ν' αστράψουν και βάφουν άσπρα τα πεζοδρόμια. 
Αντίθετα άλλοι βάφουν μαύρα τα πρόσωπά τους με καπνιά ή μπογιά παπουτσιών, 
καθώς χορεύουν και μεθούν όλη την ημέρα σε υπαίθριες συγκεντρώσεις.
Απαραίτητο συμπλήρωμα της Καθαράς Δευτέρας αποτελεί το πέταγμα του χαρταετού, του αστεριού στα ψηλώματα. Τους χαρταετούς τους κατασκεύαζαν παλιά μόνοι τους με καλάμια και χαρτί. Ήθελαν μαστοριά στο ζύγισμα. Αν δεν τα κατάφερνες να τα ζυγιάσεις χαρταετό ψηλά δεν έβλεπες.
Με το χαρταετό πέταγαν μακριά κάθε έγνοια του χειμώνα, με τον ερχομό της άνοιξης.
 agiameteora.net

Η Υπαπαντή του Σωτήρος Χριστού

Στην αυλή του μεγαλόπρεπου ναού του Σολομώντος
πηγαινοέρχεται πολύς κόσμος. Άλλοι παίρνουν προσφορές στο ναό κι
άλλοι προσεύχονται. Οι ιερείς απασχολημένοι.
Ποιος είναι ο γέροντας που κάθεται στην άκρη της βεράντας; Τι
να περιμένει άραγε;
 
Είναι ο Συμεών, ο σεβάσμιος ιερέας. Πολλά χρόνια πριν, ο θεός
του’ χε δώσει μια υπόσχεση. Πως δηλαδή πριν πεθάνει θα δει το Χριστό,
το Σωτήρα του κόσμου. Θα έχει το μοναδικό προνόμιο να τον
υποδεχτεί στο ναό αυτό.
Και να! Ξαφνικά κάτι νιώθει. Κοιτάζει με τα’ αδύνατα μάτια του.
Βλέπει ένα ζευγάρι φτωχών ανθρώπων να έρχονται δειλά στο ναό για ν’
αφιερώσουν το μικρό αγόρι τους στο Θεό, όπως ήταν συνήθεια των
Εβραίων. Ήταν ο Ιωσήφ και η Μαρία. Η Μαρία κρατούσε το νεογέννητο
Ιησού που ήταν πια σαράντα ημερών. Ο Ιωσήφ κρατούσε ένα ζευγάρι
περιστέρια, για θυσία στο ναό.
- Έλα κόρη μου, δώσε μου το παιδί.
Θα το οδηγήσω εγώ μπροστά στο ναό.
Παίρνει στα γέρικά του χέρια το
μικρό Ιησού και τον οδηγεί μπροστά
στην πύλη του ναού. Νιώθει να
πλημμυρίζει η ψυχή του από χαρά.
Συγκινημένος άρχισε να δοξάζει το
Θεό:
« Νυν απολύεις τον δούλον σου
Δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη,
ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν
σου … Φως εις αποκάλυψιν εθνών
και δόξαν λαού σου Ισραήλ».
Δηλαδή:
«Τώρα, Κύριε, μπορείς να με πάρεις ειρηνικά, όπως μου
υποσχέθηκες, διότι είδαν τα μάτια μου το Σωτήρα, που είναι φως για να
φανερωθεί στα έθνη και δόξα του λαού σου του Ισραήλ».
Κατόπιν στράφηκε προς την Παναγία:
« Αυτό εδώ το παιδί θα γίνει αιτία να σωθούν,
αλλά και να χαθούν πολλοί από το Ισραήλ.
Όσοι θα πιστέψουν σ’ αυτόν θα αναστηθούν,
όσοι δεν πιστέψουν θα χαθούν. Τη δική σου
όμως καρδιά θα τη διαπεράσει σα μαχαίρι ο
πόνος.»
Στο ναό ήταν και η Άννα, μια γριά ογδόντα τεσσάρων χρόνων που
ζούσε με νηστείες και προσευχές. Κι αυτή, λοιπόν σαν είδε το Χριστό,
άρχισε να μιλά με χαρά σ’ όλους και να λέει πως αυτός θα φέρει τη
σωτηρία στους ανθρώπους.
Η υποδοχή του μικρού Ιησού στο ναό από το Συμεών είναι γνωστή
ως η Υπαπαντή του Κυρίου.
Γιορτάζεται από την Εκκλησία μας στις 2 Φεβρουαρίου. Ο
εορτασμός της καθιερώθηκε επίσημα από τον αυτοκράτορα
Ιουστινιανό τον 6ο αιώνα μ.Χ.
Αυτή τη μέρα ο λαός μας τη θεωρεί ακόμα μια γιορτή της
Παναγίας.
Χαῖρε, κεχαριτωμένη Θεοτόκε Παρθένε·
ἐκ σοῦ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης,
Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν φωτίζων τοὺς ἐν σκότει.
Εὐφραίνου καὶ σὺ, Πρεσβύτα δίκαιε,
δεξάμενος ἐν ἀγκάλαις τὸν ἐλευθερωτὴν τῶν ψυχῶν ἡμῶν,
χαριζόμενον ἡμῖν καὶ τὴν Ἀνάστασιν.
Η ευαγγελική περικοπή της ημέρας που περιγράφει την Υπαπαντή του Κυρίου: κατά
 Λουκάν, κεφάλαιο β, 22-40


                                                Υπαπαντή και Σαραντισμός

«Κόλπους Πατρός τυπούσι του σου,Χριστέ μου, του Συμεών αι χείρες, αι φέρουσί σε.»
Τους κόλπους του ουρανίου Πατέρα συμβολίζουν, Χριστέ μου, τα χέρια του Συμεών που Σε κράτησαν στην αγκαλιά του.
Μόλις πέρασαν σαράντα ημέρες από την γέννηση του Θεανθρώπου, προσεφέρθη ο Κύριος στο ιερό υπό Μητρός Παρθένου, και υπεδέχθη Αυτόν ο πρεσβύτης Συμεών. Κατά τη διάταξη του Μωσαϊκού νόμου «παν άρσεν πρωτότοκον έσται αφιερωμένον τω Θεώ, και την εις τούτον  νενομισμένην θυσίαν προσενέγκη, ζεύγος τρυγόνων, ή δύο νεοσσούς περιστερών». Δηλαδή, κάθε πρωτότοκο αρσενικό παιδί ήταν αφιερωμένο στο Θεό, και προς τούτο γινόταν μία συγκεκριμένη τελετή στο ναό, περιλαμβάνουσα και προσφορά δύο τρυγόνων ή περιστεριών.
Λαβών δε ο πρεσβύτης Συμεών τον Κύριο της δόξης στα χέρια του είπε το «Νυν απολύεις τον δούλον σου Δέσποτα κατά το ρήμα σου εν ειρήνη…». Τώρα, δηλαδή, Κύριε, ας πεθάνω, αφού είδα το Σωτήρα του κόσμου. Διότι αυτό περίμενε χρόνια ο δίκαιος Συμεών˙ να δει με τους οφθαλμούς του τον Κύριο και Θεό του. Και πλέον ευτυχισμένος μπορούσε να υπάγει εις τα αγκάλας του Θεού.
Έπειτα από αυτή τη γενική αναφορά, γίνεται κατανοητό ότι ο σαραντισμός έχει τις ρίζες του στην εποχή του Μωυσή (καθώς αυτό το στοιχείο το αντλούμε μέσα από τον Μωσαϊκό νόμο). Λέγοντας «σαραντισμό», εννοούμε ότι η μητέρα προσφέρει το νεογέννητο στο ναό και αυτό προς δόξαν του τριαδικού Θεού.
Η γυναίκα, έπειτα από την κύηση χρειάζεται ένα διάστημα ώστε να επανέλθει και πάλι στην προ του τοκετού κατάσταση. Αυτό το διάστημα ίσως είναι λιγότερο από της σαράντα  ημέρες, αλλά από τη στιγμή την οποίαν οι πατέρες της εκκλησίας θέσπισαν αυτό τον συμβολικό αριθμό, οφείλουμε κι εμείς να τον υπακούμε.. Σίγουρα αυτοί κάτι παραπάνω θα γνώριζαν για να εισάγουν αυτό το διάστημα των σαράντα ημερών. Ας μη μας διαφεύγει άλλωστε ότι την εποχή διαμορφώσεως των τελετουργικών της Εκκλησίας μας, τόσες ημέρες εχρειάζοντο.
Η γυναίκα λοιπόν, κατά το πρότυπο της  Παναγίας, έπειτα από σαράντα ημέρες πηγαίνει το βρέφος στο ναό για δυο λόγους. Πρώτον, για να εισάγει το βρέφος στο ναό, ώστε αυτό να μπορεί στη συνέχεια να βαπτισθεί και να συμμετάσχει στην εν Χριστώ λατρευτική ζωή, και δεύτερον για να καθαρισθεί και αυτή (καθώς οι ευχές του σαραντισμού αναφέρονται και στον καθαρισμό της γυναικός).
Παρατηρούμε ότι, όταν η γυναίκα έρχεται στο ναό για να λάβει υπο του ιερέως την ευχή του σαραντισμού, ο ιερεύς δεν την αφήνει να μπει στον κυρίως ναό, διότι θεωρείται ακόμα ακάθαρτη. Ακάθαρτη και όχι αμαρτωλή, όπως το συγχέουν πολλοί άνθρωποι στις ημέρες μας. Η γυναίκα δεν διέπραξε καμία αμαρτία, αντιθέτως έφερε στον κόσμο έναν άνθρωπο. Ακαθαρσία θεωρείται ό,τι αποβάλλεται από τον ανθρώπινο οργανισμό, δια τούτο και παραμένει η γυναίκα έπειτα από την κύηση στον οίκο της για σαράντα ημέρες, ώσπου να καθαριστεί  πλήρως και να μπορεί να συμμετάσχει και πάλι στη λατρευτική ζωή της εκκλησίας.  Γι΄αυτό το λόγο και διαβάζει ο ιερεύς την ευχή στον πρόναο του ναού και έπειτα καθώς λαμβάνει στα χέρια του το βρέφος και το εισάγει στον κυρίως ναό, τότε και η γυναίκα, αφού έχει καθαρισθεί από τις ευχές, ασπάζεται μετ’ ευλαβείας τις εικόνες. Όλα αυτά γίνονται προς μίμηση του σαραντισμού του Κυρίου.
Ας δούμε όμως τώρα λίγο αναλυτικότερα την ακολουθία του σαραντισμού.
Σήμερα, ως γνωστόν, η ακολουθία του σαραντισμού αποτελείται από τέσσερις ευχές. Θέμα και των τεσσάρων ευχών είναι η προσαγωγή του βρέφους στο ναό κατά το πρότυπο του Κυρίου (σύμφωνα με τις διατάξεις του Μωσαϊκού νόμου). Οι ευχές αποτελούν ευλογίες του βρέφους και δεήσεις υπέρ αυτού, που κατά «μίμησιν» του Κυρίου προσάγεται στο ναό και αφιερούται στο Θεό. Αυτός είναι και ο εμφανείς σκοπός της ακολουθίας. Το παιδί εισέρχεται στην εκκλησία και αυτό σαραντίζει και όχι η μητέρα του. Η μητέρα συνοδεύει το βρέφος και ευλογείται μαζί με αυτό. Αναφέροντας ότι, η ευλογία περιλαμβάνει και τους δυο γονείς μαζί, και όχι μόνο την μητέρα, όπως συνήθως γίνεται.
Πρέπει επίσης να επισημανθεί το γεγονός, ότι το βρέφος είναι χωρίς αμφιβολία αβάπτιστο, διότι προϋποθέτουν και οι δυο ευχές ότι η είσοδός του στο ναό γίνεται για πρώτη φορά, καθώς ζητούν να αξιωθεί «εν καιρώ ευθέτω» του αγίου βαπτίσματος. Εξ άλλου οι ευχές της πρώτης ημέρας, της ογδόης, και της τεσσαρακοστής παρουσιάζουν προοδευτικό χαρακτήρα και εντάσσονται ουσιαστικά στις προβαπτισματικές πράξεις. Η κλιμάκωσις είναι φανερή. Την πρώτη ημέρα ευλογείται το βρέφος και χαιρετίζεται η έλευσή του στο κόσμο. Την όγδοη λαμβάνει το όνομα και χαρακτηρίζεται πια «δούλος Χριστού» και «χριστιανός». Την τεσσαρακοστή ημέρα εισέρχεται στο ναό του Θεού και «προσφέρεται» σε Αυτόν. Έπονται δε, η κατήχησις, το βάπτισμα, το χρίσμα και η θεία κοινωνία.
Επίσης, κατά την παράδοση αλλά και κατά τις τυπικές διατάξεις της ακολουθίας, έπειτα από την ανάγνωση των ευχών, ο ιερεύς κρατώντας στα χέρια του το βρέφος το εισάγει στο ιερό βήμα αδιακρίτως φύλου. Σύμφωνα με τον καθηγητή κ. Ι. Φουντούλη, ούτε οι ευχές, ούτε οι τυπικές διατάξεις της ακολουθίας κάνουν διαχωρισμό μεταξύ φύλου, αλλά εισάγονται στο ιερό βήμα και προσκομίζονται στο Θεό (καθώς ο ιερεύς τα ανυψώνει με τα χέρια του στον ουρανό), ως «δώρον» και «ανάθημα». Πού αλλού θα προσφερθεί το δώρο στο Θεό, παρά στο θυσιαστήριό του; Αυτό ακριβώς ερμηνεύει και την είσοδο όλων των βρεφών αδιακρίτου φύλου στο Άγιο βήμα. Δεν έχει καμία σχέση με την ιερωσύνη που επιφυλάσσεται στους άνδρες. Πρόκειται περί πράξεως προσφοράς του νέου ανθρώπου στο Θεό και για τον χριστιανισμό δεν υπάρχει διάκριση μεταξύ άρρενος και θηλαίου.
Συνελοντ’ ειπείν,  ο σαραντισμός είναι μια πανάρχαια λειτουργική πράξη της εκκλησίας μας, η οποία έχει τις ρίζες της στον Μωσαϊκό νόμο, καθώς αυτός γίνεται σήμερα ως προτύπωση της υπαπαντής του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και οι γυναίκες συμβολίζουν την Παναγία, η οποία έφερε στις αγκάλες της τον Υιόν της και τον πρόσφερε στον ναό ως θυσίαν «ευπρόσδεκτη».     
        
Παπαθεοχάρης Μιχαήλ Φοιτητής θεολογίας

Φέβρουάριος (Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει, πάλι άνοιξη θ' ανθίσει. Μα αν κάμει και πεισμώσει, μες τα χιόνια θα μας χώσει.)


Χιόνια του Φλεβαριού, χρυσάφι του καλοκαιριού.
Γενάρη γέννα το παιδί, Φλεβάρη, φλέβισέ το.
Ο Φλεβάρης με νερό, κουτσός μπαίνει στο χορό.
Καλοκαιριά της Παπαντής, Μαρτιάτικος χειμώνας.
Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει, καλοκαίρι θα μυρίσει.
Ο Φλεβάρης με νερό, κουτσός μπαίνει στο χορό.
Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει, πάλι άνοιξη θ' ανθίσει.
Μα αν κάμει και πεισμώσει, μες τα χιόνια θα μας χώσει.
Παπαντή καλοβρεμμένη, ή κοφίνα γεμισμένη.
Φλεβάρης ,κουτσοφλέβαρος, έρχεται κούτσα κούτσα, όλο νερά και λούτσα.
Ο μήνας Φλεβάρης ή τις φλέβες (του νερού) ανοίγει ή τις φλέβες κλείνει.
Του Φλεβάρη είπαν να βρέξει και λησμόνησε να πάψει.
Στις δέκα εφτά του Φλεβάρη θα ζεσταθεί το νύχι του βοδιού.
Το Φλεβάρη μη φυτέψεις, ούτε να στεφανωθείς,
Τρίτη μέρα μη δουλέψεις, Σάββατο μη στολιστείς.
Ο Φλεβάρης φλέβες ανοίγει και πόρτες σφαλάει.
Η Παπαντή διώχνει τις γιορτές με τ' αντί.
Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει καλοκαίρι θα μυρίσει
μ' αν τις φλέβες του ανοίξει ξεροπήγαδα γιομίζει.
Στις δεκαπέντ' από Φλεβάρη βαρεί το άλογο ποδάρι.


Ονομασία του μήνα Φεβρουαρίου

Ετυμολογία μήνα: Ο Φεβρουάριος παράγεται από το λατινικό ρήμα februare, που σημαίνει καθαίρω, αγνίζω, αποβάλλω τα καθάρματα.
Ο Φεβρουάριος προστέθηκε στο Ρωμαϊκό έτος σαν ο τελευταίος μήνας από τον Πομπίλιο Νουμά. Είναι μήνας διαβατήριος και αποκαθαρκτικός. Το 153 π,χ. μεταφέρθηκε στη θέση που έχει σήμερα (δεύτερος μήνας του έτους), και σε αυτή τη θέση διατηρήθηκε και στο Γρηγοριανό ημερολόγιο. Στη διάρκειά του οι Ρωμαίοι διοργάνωναν τελετές καθαρμών και εξαγνισμών.
Η λατινική λέξη februa σημαίνει καθάρσιος-καθαρκτικός και το ουδέτερο πληθυντικού februa, σήμαινε όχι μόνο καθαρτήριος, αλλά και συγκεκριμένα ειδική γιορτή που γίνονταν τον μήνα Φεβρουάριο.
Ο μήνας λοιπόν που περιλάμβανε τους καθαρμούς ονομάστηκε Februarious mensis και μετά από παράλειψη του mensis (μήνας) έμεινε η λέξη Φεβρουάριος.
Η Άλκη Κυριακίδου-Νέστορος αναφέρει ότι ο Φέβρουος ήταν ο θεός των νεκρών και η Φεβρούα ήταν η θεά που επόπτευε τους καθαρμούς και τους εξαγνισμούς.
Ο μήνας Φεβρουάριος ήταν αφιερωμένος λοιπόν από τους Ρωμαίους στον εξαγνισμό και επιπρόσθετα, επειδή ήταν πολύ βροχερός τον είχαν αφιερώσει στον Ποσειδώνα.
Ο Φεβρουάριος αντιστοιχούσε προς τον αττικό μήνα Ανθεστηριώνα.
Με την καθιέρωση του Ιουλιανού ημερολόγιου (46 π.χ.) περιορίστηκαν οι μέρες του μήνα αυτού από 30 που ήταν ως τότε σε 29, και την εποχή του αυτοκράτορα Αυγούστου του αφαιρέθηκε μια ακόμη ημέρα, που προστέθηκε στον μήνα Αύγουστο προς τιμήν του Αυτοκράτορα.

Ονομασίες λαϊκές για το μήνα Φεβρουάριο

Για να συντονιστεί το ημερολόγιο των 365 ημερών προς το ηλιακό έτος, καθιερώθηκε η αύξηση των ημερών του Φεβρουαρίου κατά μια, κάθε τέσσερα χρόνια.
Ο λαός μας τον αποκάλεσε Κουτσοφλέβαρο, επειδή έχει 28 ημέρες και κάθε τέσσερα χρόνια 29. Κάθε τέσσερα χρόνια που έχουμε δίσεκτο έτος, ο λαός μας πιστεύει ότι είναι κακότυχο. Το δίσεκτο έτος  δεν πρέπει να φυτεύουν αμπέλια οι γεωργοί ούτε να γίνονται γάμοι ούτε να χτίζονται σπίτια.
Λέγεται επίσης ΦλιάρηςΛηψομήνας, Κουτσός, Κουτσούκης ή Μικρός (Κύπρος).
Στον πόντο τον Φεβρουάριο τον ονόμαζαν συνήθως Κούντουρος, γιατί έχει κοντή ουρά, αφού είναι λειψός σε σχέση με τους άλλους. Επίσης σε κάποια μέρη λεγόταν Κούτσουρος, διότι κατά κάποιο τρόπο είναι κουτσουρεμένος.
Οι δύο λέξεις Φεβρουάριος, Φλεβάρης δεν έχουν καμιά σχέση μεταξύ τους άσχετα αν συμπτωματικά ταιριάζουν τόσο ώστε η μια να προέρχεται από την άλλη.
Το ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ είναι ρωμαϊκό από τους Ρωμαίους θεούς Φεβρούα των καθαρμών και Φέβρουο των νεκρών.
Το ΦΛΕΒΑΡΗΣ βγαίνει από τη λαϊκή ελληνική παράδοση και έχει σχέση με τις φλέβες της γης. Ο λαός μας κατά τον Δ.Σ. Λουκάτο, παρετυμολόγησε τον μήνα και τον ονόμασε Φλεβάρη, επειδή «ανοίγει τις φλέβες του» και γεμίζει τη γη νερά.
Κατ' άλλους λέγεται Φλεβάρης, γιατί παγώνει τις φλέβες της γης. Στη Θράκη υπάρχει το ρήμα φλεβαρίζω= πλημμυρίζω, επειδή τα χωράφια «φλεβαρίζουν από τις βροχές
Λέγεται και τρυγητής γιατί στον αγροτικό βίο, ο Φλεβάρης είναι ο μήνας των αμπελιών. Τότε γίνεται το κλάδεμα, το καθάρισμα και το τσάπισμα των αμπελιών. Τότε βάζουν και καταβολάδες, δηλαδή φυτεύουν αμπέλια (εκτός και αν είναι δίσεχτος ο χρόνος). Για αυτό του το περιεχόμενο ο Φλεβάρης λέγεται όπου είναι ανεπτυγμένη η αμπελουργία και Κλαδευτής.
Για τον άστατο καιρό, ο Φλεβάρης λέγεται επίσης και Μεθυσμένος, γιατί δεν ξέρει τι κάνει.


Γιορτές το μήνα Φεβρουάριο

Του Αγίου Τρύφωνα 1 Φεβρουαρίου. Ο άγιος Τρύφωνας θεωρείται φύλακας των αμπελιών.
Της Υπαπαντής 2 Φεβρουαρίου. Γιορτάζεται σε ανάμνηση της συναντήσεως του Συμεών με το παιδίον Ιησού (Λουκ., 2.25).
Τότε γίνονται προβλέψεις. «Ό,τι καιρό κάνει της Υπαπαντής, θα βαστάξει σαράντα ημέρες». Αν είναι καλός ο καιρός στις 2 Φεβρουαρίου, ο βαρύς χειμώνας θα διαρκέσει πολύ ακόμα. Από τις 2 Φλεβάρη σταματούν οι γιορτές και μαζί η αργία και η σχόλη.
Του Αγίου Συμεών 3 Φεβρουαρίου. Ο Άγιος τιμάται από τις εγκύους, που έλεγαν παρετυμολογώντας: «για να μη γεννηθεί το παιδί σημειωμένο».
Του Αγίου Χαραλάμπους 10 Φεβρουαρίου.
Πρώτη Κυριακή της Αποκριάς «Οι μεταμφιέσεις και οι παράδοξοι χοροί των μασκαράδων γίνονται για να ξυπνήσουν τα πνεύματα της βλαστήσεως» .
H Καθαρά Δευτέρα eίναι μια πανάρχαιη γιορτή που σχετίζεται κυρίως με τις πομπές των Κατ' Αγρούς Διονυσίων αλλά και με ορισμένες Απολλώνιες ιδέες λατρευτικού περιεχομένου. Στις μέρες μας συνηθίζεται ο εορτασμός με ομαδική έξοδο στην εξοχή.
Αρχαίες γιορτές ήταν τα Ανθεστήρια, Χόες. Στην Αττική γιόρταζαν τα πρώτα άνθη της αμυγδαλιάς με διαγωνισμούς οινοποσίας. Άνοιγαν τους πίθους με το κρασί (πιθοίγια) και γέμιζαν τις κρασοκανάτες (χόες). Νικητής ήταν όποιος άδειαζε πρώτος τον χουν που χώραγε περισσότερο από δύο λίτρα.

Ο Άγιος Κασσιανός γιορτή στο μήνα Φεβρουάριο

Κάθε τέσσερα χρόνια που το έτος είναι δίσεκτο, την τελευταία ημέρα του Φεβρουαρίου, δηλαδή στις 29 του μήνα, γιορτάζει ο Άγιος Κασσιανός. Η περίεργη αυτή γιορτή, έδωσε αφορμή για διάφορες λαϊκές ερμηνείες και περιπαίγματα.
Στη Μυτιλήνη, τη γιορτή του Αγίου Κασσιανού τη θεωρούν ως γιορτή των τεμπέληδων! Λένε μάλιστα: « του Κασσιανού γιορτάζουν οι οκνοί (οι τεμπέληδες)».
Η παράδοση από την Μυτιλήνη που εξηγεί τις παραπάνω εκφράσεις είναι οι εξής:
Μια μέρα που ο Χριστός γύριζε με τους Αποστόλους, έκατσε σε ένα μέρος να ξεκουραστεί. Πάνε τότε όλοι οι Άγιοι κοντά, για να του γυρέψουν δουλειά. Πάει ο Άι- Νικόλας και του λέει:
_ Χριστέ μου για πες μου, τι να κάνω;
Λέει τότε ο Χριστός:
_ Πήγαινε να δεις ποια καράβια και καΐκια βολοδέρνουν και απέ να τα σώζεις.
Πάει ο Άι - Τρύφωνας και του λέει:
_ Εγώ τι θέλεις να κάνω;
_ Αμ' το κλαδευτήρι το'χεις στη μέση σου και κρέμεται, τι ρωτάς λοιπόν; Πήγαινε στα χωράφια και στα αμπέλια και κάνε τη δουλειά σου. Διώξε τις αρρώστιες απ' τα δέντρα κι όλα τα κακά!
Ένας ,ένας πήγαν όλοι οι Άγιοι στο Χριστό και ανέλαβαν τη δουλειά τους. Πίσω, πίσω πήγε και ο Άγιος Κασσιανός και λέει:
_ Εγώ Χριστέ μου, τι να κάνω;
Γέλασε τότε ο Χριστός, δε βάσταξε και του ‘πε:
_ Αμ' εσύ είσαι που είσαι οκνός! Φύλαγε λοιπόν το Φλεβάρη! Κι άμα δεις και τραβάει είκοσι εννιά, έμπα μέσα στο είκοσι εννιά και κάνε τη δουλειά σου. Πάλι, σα δεν έχει είκοσι εννιά , κάτσε απ' όξω.

Γεωργικές εργασίες το μήνα Φεβρουάριο

Φυτεύουν πατάτες.
Προετοιμάζουν τα χωράφια για να σπείρουν ανοιξιάτικα σιτηρά και
ενισχύουν τα φθινοπωρινά λιπαίνοντάς τα.
Κλαδεύουν αμπέλια και δέντρα.
Καθαρίζουν τα μαντριά.
Συντηρούν την κοπριά σε λάκκους.
Σβαρνίζουν τα χωράφια.
(Από το βιβλίο της Α. Κυριακίδου-Νέστορος: « Οι 12 μήνες.
Τα Λαογραφικά», εκδ. Μαλλιάρης - Παιδεία, Αθήνα 1982 )

Ιανουάριος (Του Γενάρη το φεγγάρι παρά λίγο μέρας μοιάζει.)

Ο Γενάρης σπάει ρόδι,
βασιλόπιτα κερνάει,
 το παλιό του το τεφτέρι,
στα σκουπίδια το πετάει.

Πρώτος πρώτος καθισμένος
 μες στου χρόνου το τρενάκι,
 φορτωμένος με ελπίδες,
 ξεκινάει το ταξιδάκι.
Ιωάννα Κυρίτση Τζιώτη.


Γενάρη μήνα κλάδευε, φεγγάρι μην ξετάζει.
Χιόνι πέφτει το Γενάρη, χαρές θα 'ν' τον αλωνάρη.
Κόττα, πίτα το Γενάρη, κόκοτα τον Αλωνάρη.
Κόψε ξύλο το Γενάρη και μη καρτερείς φεγγάρι.
Γενάρη πίνουν το κρασί, το Θεριστή το ξύδι.
Του Γενάρη το ζευγάρι διάβολος θε να το πάρει.
Του Γενάρη το φεγγάρι παρά λίγο μέρας μοιάζει.
Ο λαγός και το περδίκι κι ο καλός ο νοικοκύρης το Γενάρη χαίρονται.
Εγέλασεν ο Γενάρης.
Του Γεναριού το φεγγάρι είναι σαν του Αλωνάρη.
Ο Γενάρης δε γεννά μήτε αυγά μήτε πουλιά, μόνο κρύο και νερά.
Του Γενάρη το φεγγάρι την ημέρα σιγοντάρει.
Οποιος θε να βαμπακώσει, τον Γενάρη θε ν' οργώσει.
Κόψε ξύλο τον Γενάρη και μην καρτερείς φεγγάρι.
Όποιος σπέρνει το Γενάρη, παίρνει την ανεμοζάλη.
Του Γενάρη το φεγγάρι ήλιος της ημέρας μοιάζει.
Αρχιμηνιά, καλή χρονιά, με σύγκρυα και παγωνιά.
Χαρά στα Φώτα τα στεγνά και τη Λαμπρή βρεμένη.
Γενάρης χωρίς χιόνι, κακό μαντάτο.
Τ' Αλωναριού τα μεσημέρια , και του Γεναριού οι νύχτες.
Γενάρη μήνα κλάδευε, φεγγάρι μην κοιτάζεις.
Οι γεναριότικες νύχτες, για να περάσουν θέλουν συντροφιά και κουβέντα.
Εκαμε κι ο Γενάρης ήλιο.
Γενάρη, μήνα του Χριστού κι αρχιμηνιά του κόσμου.
.Χαρά στα Φώτα τα στεγνά και τη Λαμπρή βρεμένη.
Γενάρη γέννα το παιδί, Φλεβάρη, φλέβισέ το.
Κότα πίτα το Γενάρη, κόκορα τον Αλωνάρη


Ονομασία του μήνα Ιανουαρίου

Ο Γενάρης, όπως και όλοι οι μήνες του ημερολογίου μας, του Παγκοσμίου Χριστιανικού ημερολογίου, οφείλει τ' όνομά του στους Αρχαίους Ρωμαίους στο Θεό του Ιανό, που προς τιμή του τον ονόμασαν έτσι. Δεν είχε όμως απ' την αρχή την τιμή ν' αποτελεί τον πρώτο μήνα του χρόνου.
Αττικός μήνας: ΓΑΜΗΛΙΩΝ (15 Ιανουαρίου - 15 Φεβρουαρίου)
Οι Αρχαίοι Έλληνες είχαν σαν Πρωτοχρονιά την 21η Ιουνίου
(του μηνός Σκιροφοριώντος όπως τον έλεγαν) και οι Ρωμαίοι την 1η Μαρτίου.
Η τελευταία είχε διατηρηθεί να γιορτάζεται και από τους Ελληνες της Ανδριανουπόλεως, πριν τους διώξουν οι Τούρκοι από την Ανατολική Θράκη.
Η πρώτη Ιανουαρίου καθιερώθηκε σαν πρωτοχρονιά από τους Ρωμαίους το 153 π.Χ. Την ημέρα αυτή συνήθιζαν να εκλέγουν τους ανώτατους άρχοντες, τους ύπατους και με την ευκαιρία επιδίδονταν σε τελετές και θορυβώδεις διασκεδάσεις.
Από αυτούς την πήραν αργότερα οι Βυζαντινοί και την καθιέρωσαν (περί το 1000 μ.Χ.).

Ονομασίες του λαού για το μήνα Ιανουάριο

Τον Ιανουάριο ο λαός τον λέει με πολλά ονόματα, που τα περισσότερα αναφέρονται στις ιδιότητές του. Ο Γενάρης λέγεται  Γεννολοητής, παρετυμολογικά, γιατί τότε γεννοβολούν τα κοπάδια. Γατομήνας επειδή σ' αυτόν ζευγαρώνουν οι γάτες. Κρυαρίτης (στη Μάνη) για το τσουχτερό του κρύο.
Λέγεται Μεσοχείμωνας γιατί είναι μεσαίος από τους τρεις μήνες του χειμώνα. Κρυαρώτης γιατί κάνει πολύ κρύο. Αλλες ονομασίες είναι Κλαδευτής, γιατί το μήνα αυτό κλαδεύουν.
Ακόμα τον Ιανουάριο τον ονομάζουν Τρανό, Πρωτάρη, Μεγάλο μήνα ή Μεγαλομήνα, επειδή είναι ο 1ος μήνας του έτους που έχει 31 μέρες και οι νύχτες του είναι μεγάλες, όπως λέει και το τραγούδι: "Νάταν οι μέρες του Μαγιού κι οι νύχτες του Γενάρη" . Τέλος λέγεται Καλαντάρης ή Καλαντέρης απ' τα Κάλαντα που τραγουδούν τα παιδιά την Πρωτοχρονιά και τα Φώτα. Γελαστός για τις Αλκυονίδες ημέρες του.
Στην αρχαία εποχή, στη μέση του σημερινού μας Γενάρη άρχιζε ο ιερός μήνας της Ηρας, ο Γαμηλιών. Η Ηρα, εκτός από βασίλισσα τ' ουρανού και των Θεών, ήταν προστάτιδα του γάμου και της οικογένειας. Γι' αυτό τον μήνα αυτό οι αρχαίοι έκαναν τους πιο πολλούς γάμους, απ' όπου πήρε και το όνομά του. Συνήθιζαν δε κάθε χρόνο, στις 27 του Γαμιλίωνα με την Πανσέληνο, να κάνουν θυσίες και εισφορές, που τις έλεγαν "Γαμήλιες".

Γιορτές του μήνα Γενάρη

Μήνας γιορτών μπορεί να ονομαστεί με τις πολλές γιορτές που έχει ο Γενάρης. Μα και σημάδια πολλά για του ανθρώπου το μέλλον, τουλάχιστον της χρονιάς.
Η πρώτη μέρα του μήνα είναι η πρωτοχρονιά και γιορτάζεται σ' όλο τον κόσμο με λαμπρότητα, μεγαλοπρέπεια και πολλές εκδηλώσεις. Αυτή η ημέρα καλύπτεται από ένα πλήθος λαϊκών εθίμων, με πράξεις και ενέργειες μαγικές, που έχουν την προέλευσή τους στα βάθη των αιώνων. Οι ελληνικές λαϊκές παραδόσεις, θέλουν τον Αγιο Βασίλειο είτε ζευγολάτη που γυρίζει και ευλογεί τα χωράφια, είτε οδοιπόρο ή μάντη.
Τη μέρα αυτή γιορτάζεται η μνήμη του Αγίου Βασιλείου, που είναι ένας από τους μεγαλύτερους πατέρες της εκκλησίας. Ο Αγιος Βασίλης ενσαρκώνει για το λαό, το πνεύμα του καινούργιου χρόνου.
Η καλοσυνάτη μορφή του με τη λευκή γενειάδα, τα κάτασπρα μαλλιά το γλυκό χαμόγελο, το μειλίχιο βλέμμα, δεσπόζει παντού, τριγύρω μας τις μέρες τις γιορτινές.  Αυτή την εικόνα η λαϊκή φαντασία έπλασε και ριζώθηκε στην ψυχή μας. Και τον οραματιζόμαστε να έρχεται από τη μακρινή Καισάρεια, φορτωμένος δώρα και χίλια καλά.
Από το Βυζάντιο και συγκεκριμένα από το χειρόγραφο του δωδεκάτου αιώνα, έχουμε το επόμενο αλφαβητάριο, που θυμίζει παρόμοια νεοελληνικά που τα λένε σήμερα τα παιδιά.
Να ο ψυχωφελής βυζαντινός αλφάβητος του δωδεκάτου αιώνα.
Αλφα. Αρχηγός των απάντων.
Βήτα. Βασιλεύει κύριος.
Γάμμα. Γεννάται ο Χριστός.
Δέλτα. Δια λόγου Θεϊκού.
Εψιλον. Ερχεται επί γης.
Ζήτα. Ζωήν φέρει εν τω κόσμω.
Ητα. Ηλιος και σελήνη.
Θήτα. Θεόν προσκινούσιν.
Το περιεχόμενο του Βυζαντινού αλφαβήτου στη Γέννεση του Χριστού, δηλαδή στο κοσμοϊστορικό γεγονός που τα μικρά παιδιά μας αναγγέλουν με τα κάλαντα των Χριστουγέννων και με την Αλφα - Βήτα του μικρού Αη-Βασίλη, στα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς.
Την ημέρα της Πρωτοχρονιάς στη Σιάτιστα και σε άλλα μέρη της Ελλάδας κάνουν τυρόπιτα ή κολοκυθόπιτα γλυκειά και μέσα βάζουν νόμισμα τον παρά που λένε. Πριν αρχίσει το φαγητό κόβουν την πίτα σε κομμάτια για κάθε άτομο στο σπίτι, χωράφια, αμπέλια και ζώα και κατόπιν ψάχνουν να βρουν το νόμισμα. Οποιος βρει το νόμισμα είναι τυχερός της χρονιάς και κάτι καλό θα του συμβεί.
Με την ημέρα της Πρωτοχρονιάς συνδέθηκαν διάφορες προλήψεις, όπως η επιλογή από την οικογένεια του ατόμου το οποίο θα περάσει πρώτο το κατώφλι του σπιτιού, το πρωί της πρώτης του έτους για το "ποδαρικό". Την ίδια μέρα αποφεύγουν να προσφέρουν ο,τιδήποτε, έξω από το σπίτι, ούτε να ρίξουν νερό έξω απ' αυτό.
Στις 6 Ιανουαρίου είναι η γιορτή των Φώτων, που θεωρείται μεγάλη Χριστιανική γιορτή, γιατί τότε αγιάζονται τα νερά. Αυτή η γιορτή συμβολίζει την παλιγγενεσία του ανθρώπου και ο λαός τη λέει "Μεγάλη γιορτή, Θεότρομη".
Είναι η μέρα που βαφτίσθηκε ο Χριστός απ' τον Αη-Γιάννη τον Πρόδρομο στ' άγια νερά του Ιορδάνη. Και από τότε πιστεύεται πως κάθε φορά, την ημέρα των Αγίων Θεοφανείων αγιάζονται τα νερά της βροχής ο λαός μας το λέει αγιονέρι, που πέφτει απ' τον ουρανό και αγιάζει τα σπαρτά και τα χορτάρια της γης. Την βροχή τη λένε αγιασμένη και χαίρονται το δάκρυ της. Το αγίασμα που παίρνει απ' την εκκλησία, ο λαός μας, την ημέρα των Φώτων, το κρατάει με μεγάλη ευλάβεια και πιστεύει απόλυτα στη θαυματουργή δύναμή του. Μ' αυτό αγιάζει τα χωράφια, σπαρτά, τις γωνιές των σπιτιών, τα μαντριά, τα ζωντανά και όλο το βίο του, απ' άκρη σ' άκρη. Ένα  μπουκάλι, γιομάτο αγιασμό και κλεισμένο καλά, θα το πάρει στα αμπέλια του. Εκεί, θα σκάψει, συνήθως στη μέση τ' αμπελιού, και θα το χώσει στο χώμα για να φυλάει τ' αμπελόχτημα από κάθε αρρώστια και κακό.
Οι ζευγολάτες, πιστεύουν πως ξημερώνοντας τα Φώτα, το βράδυ στο παχνί τους μιλούν ακόμα και τα καματερά τους. Κουβεντιάζουν, λένε και αυτά με το Χριστό. Φτάνει βλέπεις, ο Χριστός ίσαμε εκεί, γιατί αυτά τον πρωτοζέσταιναν την ώρα της Γέννεσής του, μέσα στη θεία σπηλιά, όταν τον κυνηγούσε η ανθρώπινη κακία, μ' οδηγό το συμφέρον των ολίγων.
Την παραμονή των Φώτων γίνεται στην εκκλησία ο αγιασμός και ο παπάς γυρίζει όλα τα σπίτια με το σταυρό και τ' αγιάζει. Λένε τότε την παροιμία "Σαν ο Παπάς με το σταυρό".
Παράλληλα η έκτη Ιανουαρίου αποτελεί ένα ορόσημο για τη λαογραφία των ευρωπαϊκών χωρών. Εθιμα παλιά, συνήθως προχριστιανικά στις ρίζες τους επιζούν και συνεχίζουν τον εορτασμό τους προσκολλημένα στο χριστιανικό εορτασμό των Θεοφανείων. Πολλά απ' αυτά συνδέονται με πρωτόγονες λαϊκές δοξασίες γύρω από τις χειμερινές τροπές του ήλιου. Πόσο γνωστή λαογραφικά, είναι η νύχτα της παραμονής των Θεοφανείων και πόση έχει ασκήσει επίδραση σε θρύλους ευρωπαϊκούς, γίνεται αμέσως φανερό, αρκεί μόνο να θυμηθούμε τον όρο "Δωδέκατη νύχτα". Μέσα στη νύχτα αυτή σμίγουν και συναδελφώνονται τα τραγικά και τα ευτράπελα. Και λέγεται δωδέκατη, γιατί είναι η τελευταία του Δωδεκαημέρου των Χριστουγέννων. Στη Γερμανία  και την Αυστρία όλα τα καταστρεπτικά δαιμόνια διώχνονται τη νύχτα των Θεοφανείων, κυνηγημένα από τους δυνατούς θορύβους που κάνουν μεταμφιεσμένοι και μη. Ανάλογα συμβαίνουν και σ' άλες ευρωπαϊκές χώρες, με περισσότερη ιδιόρρυθμη εκδήλωση στην Πορτογαλία και στην Αγγλία.
Στη Σιάτιστα τα Θεοφάνεια γίνονται τα καρναβάλια "Τα μπουμπουσάρια" και για το λόγο αυτό συγκεντρώνεται πολύς κόσμος στη Σιάτιστα. Η λέξη "Μπουμπουσάρια" είναι παραφθορά του ονόματος "Εμπουσα". Ηταν δε Εμπουσα κατά τις δοξασίες των προγόνων μας φάσμα νυχτερινό με πόδια γαϊδάρου, που άλλαζε μορφές από τη μια στιγμή στην άλλη και τρόμαζε τα παιδιά.
Επίσης τα Θεοφάνεια στη Σιάτιστα μετά τη θεία λειτουργία και συγκεκριμένα μετά την εκφώνηση του "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου στου Κύριε..." η εκκλησία δονείται από το εκκωφαντικό "Κύριε Ελέησον...".
Μετά την απόλυση της εκκλησίας οι επίτροποι, κρατώντας ένα κουδούνι γυρίζουν στα σπίτια και μοιράζουν από ένα κομμάτι γλυκειά πίτα παίρνοντας χρήματα για την εκκλησία. Η πίτα αυτή έχει μέσα της ένα φλουρί. Σε όποια οικογένεια πέσει το φλουρί δίνεται η τιμή να παρασκευάσει την πίτα για τα θεοφάνεια της επόμενης χρονιάς.
Οι επίτροποι που μοιράζουν αυτή την πίτα λέγονται "Πνιχτάδες" ίσως από το πνίξιμο του σταυρού στο αγίασμα κατά την τελετή του Αγιασμού.
Στις 7 του μήνα είναι η γιορτή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου του Βαπτιστή.
Στις 17 του μήνα είναι η γιορτή του Αγίου Αντωνίου και στις 18 του Αγίου Αθανασίου. Του Αγίου Αθανασίου η ημέρα μεγαλώνει μια ώρα. Γι' αυτό πολλοί λένε "Αη-Θανάσης ήλθε, καλοκαίρι ήλθε".
Στις 20 Ιανουαρίου είναι η γιορτή του Αγίου Ευθυμίου.
Για τους Αγίους Αντώνιο, Αθανάσιο και Ευθύμιο υπάρχει ο εξής μύθος:
"Οι τρεις Αγιοι πήγαιναν μαζί. Ο Αγιος Ευθύμιος ήταν σπανός και οι άλλοι δυο δεν τον ήθελαν. Κάποτε σ' ένα ταξίδι τους στην έρημο σηκώθηκαν οι δυο πρωί - πρωί και έφυγαν. Για να τους προκάνει ο Αγιος Ευθύμιος στη βία του επάνω, κόλλησε το κεφάλι του γαϊδάρου στο μουλάρι (γι' αυτό από τότε το μουλάρι έχει αυτιά γαϊδάρου) καθώς οι άλλοι φεύγοντας έκοψαν τα κεφάλια απ' τα δυο ζώα, που ήταν του Αγίου Ευθυμίου. Τους πρόκαμε και επειδή ήξερε την αιτία που δεν τον ήθελαν, έπιασε με τα δυο του χέρια το πρόσωπό του και αμέσως φύτρωσε μια γενειάδα που ακούμπησε στη γη.
Στις 30 Ιανουαρίου είναι η γιορτή των Τριών Ιεραρχών του Μεγάλου Βασιλείου, του Γρηγορίου του Θεολόγου και του Ιωάννη του Χρυσοστόμου. Η γιορτή των μεγάλων αυτών ιεραρχών είναι η γιορτή των ελληνικών και χριστιανικών γραμμάτων. Την ημέρα αυτή στη Σιάτιστα τελείται πανηγυρική θεία λειτουργία καθώς και μνημόσυνο των ευεργετών των σχολείων της πόλης.

Αλκυονίδες μέρες το μήνα Ιανουάριο

Κατά το δεύτερο δεκαήμερο του Ιανουαρίου συνήθως καλωσυνεύει ο καιρός και απολαμβάνουμε για μερικές μέρες μια σχετική καλοκαιρία, μια ανάπαυλα από τα χειμωνιάτικα μπουρίνια. Οι γλυκές αυτές χειμωνιάτικες ημέρες, είναι οι γνωστές "Αλκυονίδες ημέρες", που σύμφωνα με τον πανάρχαιό μας μύθο, πήραν το όνομά τους από την Αλκυόνα, το ψαροπούλι της ακτής που κλωσσά τα αυγά του αυτές τις μέρες.
Η Αλκυόνη, το σημερινό κακόσχημο ψαροπούλι με τα όμορφα φτερά σύμφωνα με τον πανάρχαιο μύθο μας, ήταν κάποτε μια χαρούμενη και ευτυχισμένη γυναίκα, κόρη του Θεού των ανέμων, του Αιόλου -που ζούσε στ' ακρογιάλια της θάλασσας με τον άντρα της Κήυκα και αλληλοαποκαλούνταν Ζευς και Ηρα. Για την ασέβειά τους όμως αυτή προς τον Δία οργίστηκε τόσο πολύ ο πρώτος των Θεών και μεταμόρφωσε τον Κήυκα σε όρνιο.
Ξετρελαμένη τότε η δύστυχη γυναίκα, έτρεχεν από δω και από κει στις ερημιές στις βαλτώδεις εκβολές των ποταμιών και μέσα στις πυκνές τους καλαμιές, για να βρει τον αγαπημένο της Κήυκα. Οπότε, οι θεοί του Ολύμπου την λυπήθηκαν και την μεταμόρφωσαν και αυτήν σε πουλί, τη γνωστή μας Αλκυόνη, για να ψάχνει και στις θάλασσες μήπως εκεί βρει το χαμένο της άντρα. Ωστόσο όμως η δυστυχία εξακολουθούσε να την συντροφεύει, γιατί αντίθετα από τ' άλλα πουλιά που γεννούν και κλωσσούν τ' αυγά τους την άνοιξη αυτή γεννάει μέσα στη βαρυχειμωνιά, οπότε μανιασμένα τα κύματα της θάλασσας τέτοιον καιρό, την άρπαξαν αυγά και πουλιά κάνοντάς την να κλαίει σπαραχτικά.
Οι Θεοί που τόσο σκληρά είχαν τιμωρήσει την κόρη του Αιόλου, διέταξαν τότε τη θάλασσα και τους ανέμους να ησυχάσουν, να γίνει καλοκαιρία για δυο εβδομάδες, για όσες ημέρες η Αλκυόνη κλωσσά τα αυγά της.
Μια τέτοια ωραία και ποιητική ερμηνεία δόθηκε από τον πανάρχαιο αυτόν ελληνικό μύθο για την καλοκαιρινή αυτή παρεμβολή μέσα στην καρδιά του χειμώνα, που δεν έχει βέβαια καμιά σχέση με τη σημερινή επιστημονική εξήγηση του φαινομένου αυτού. Ο μύθος μιλάει για την απέραντη συζυγική αγάπη και την τρυφερή στοργή της γυναίκας, ενώ η μετεωρολογική υπηρεσία μιλάει για εξίσωση των βαρομετρικών πιέσεων μεταξύ της νοτίου και βορείου Ευρώπης.
Για τη συζυγική πίστη των Αλκυόνων ασχολήθηκε ο Πλούταρχος που αφηγείται ότι αν ο σύζυγος της Αλκυόνης γεράσει και δεν μπορεί να πετάξει, τότε η θηλυκιά Αλκυόνη τον παίρνει στους ώμους και τον φέρνει πάντοτε μαζί της, τον ταϊζει και τον περιποιείται ως το θάνατο.

Δεν είναι όμως η μόνη περίπτωση ανώτερης ηθικής στο ζωικό βασίλειο. Η τρυγόνα, εάν χαθεί το ταίρι της χηρεύει αυστηρά και δεν ξανασμίγει μ' άλλο ταίρι. Τα κοράκια όταν μαδηθούν απ' τα γεράματα δέχονται πολλές περιποιήσεις και θερμαίνονται απ' τ' άλλα νεώτερα. Το λελέκι τιμωρεί την άπιστη σύζυγο με ραμφισμούς μέχρι να τη θανατώσει. Σ' αυτά βοηθούν και οι άλλοι αρσενικοί. Ο πελεκάνος αν δεν βρίσκει τροφή να δώσει στα μικρά του που κινδυνεύουν τον χειμώνα να πεθάνουν, σχίζει το στήθος του και τα προσφέρει για τροφή το αίμα του, όπως αναφέρεται και στον Επιτάφιο θρήνο.
"Ωσπερ πελεκάν, τετρωμένος την πλευρά σου, Λόγε, τους θανόντας παίδας εζώωσαν επιστάξας ζωτικούς αυτοίς κρουνούς".
Το ψαροπούλι όπως αποκαλείται στη γλώσσα του λαού η Αλκυόνη, εξακολουθεί και σήμερα να είναι σύμβολο της χειμωνιάτικης ωραίας διακοπής μέσα στον Ιανουάριο και σε πολλά μέρη την θεωρούν πουλί που φέρνει γούρι. Οι έμποροι, οι καταστηματάρχες, την κρατούν βαλσαμωμένη στα μαγαζιά τους για ν' αυξήσουν τα πλούτη τους, οι πρώτοι και τους πελάτες τους οι δεύτεροι. Οι φυλάργυροι την διατηρούν για να τους φέρει πολλά πλούτη και οι χωριανοί για να μη πέφτει αστροπελέκι στο σπίτι τους.
Το φαινόμενο της καλοκαιρίας μέσα στη βαρυχειμωνιά του Ιανουαρίου απασχόλησε πολύ τους αρχαίους μας που έδιναν μυθολογικές εξηγήσεις γεμάτες ομορφιά. Ο Αιλιανός λ.χ. έγραψεν ότι "κυούσης δε Αλκυόνος ίσταται τα πελάγη, ειρήνην δε και φιλίαν άγουσεν άνεμον". Ο μέγας Αριστοτέλης λέγει: "Η δε Αλκυών κύει επί τροπάς χειμερινάς, διό και καλούνται όταν ευδιειναί γένονται αι τροπαί, αλκυόνοιοι ημέραι". Ο Λουκιανός πάλι έγραφε πως: "Αίθρια μεν τα άνωθεν, ακύμαντος δε και γαλήνιον άπαν το πέλαγος, όμοιν, ως ειπείν κατόπτρω.
Ωστόσο, όμως οι Αλκυονίδες ημέρες δεν έρχονται πάντα. Υπάρχουν χρόνια που το γλυκό αυτό καλοκαιρινό διάλειμμα στην καρδιά του χειμώνα δεν παρατηρείται καθόλου. Η Αλκυόνη τότε γεννάει μέσα στη βαρυχειμωνιά και όπως είπαμε τα κύματα αρπάζουν τα αυγά ή τα πουλιά της. Το ψαροπούλι τότε θρηνεί πάλι τον πόνο του, καθώς πετιέται μέσα από τα βράχια και περιμένει τον Μάρτη για να φύγει από τον τόπο μας. Γιατί η Αλκυόνη είναι πουλί αποδημητικό με το δικό του δρομολόγιο το ιδιόμορφο. Μας έρχεται τα τέλη του καλοκαιριού και μας αποχαιρετάει μόλις καλωσυνέψει ο καιρός κατά τις αρχές του Μάρτη.

Γεωργικές εργασίες το μήνα Ιανουάριο

Προετοιμάζουν τα γεωργικά τους εργαλεία, όταν υπάρχουν βροχές ή χιόνια.
Μεταφέρουν κοπριά στα κτήματα.
Εκχερσώνουν χωράφια ή διορθώνουν φράχτες.
Κάνουν αποστραγγιστικά χαντάκια.
Ανοίγουν λάκκους γύρω από τα δέντρα για να δεχτούν περισσότερη βροχή ή τα ασβεστώνουν.
Σπέρνουν πρώιμα μπιζέλια, κουκιά, κρομμύδια.
Φυτεύουν τα φυλλοβόλα δέντρα (κερασιά, βυσσινιά, βερικοκιά, ροδακινιά), αγκινάρες, φράουλες, σπαράγγια.
Λιπαίνουν τα δέντρα με χωνεμένη κοπριά.
Κλαδεύουν ελαιόδεντρα.
Επισκευάζουν και βάφουν τις κυψέλες.
Αρχίζουν το άρμεγμα των προβάτων.
Οι γυναίκες ύφαιναν στον αργαλειό κιλίμια και βελέντζες, έπλεκαν και έραβαν.


Γεώργιος Μ. Μπόντας, λαογράφος